Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Ομόλογο




του Νικόλαου Γιουβανάκη

Το ομόλογο είναι ουσιαστικά δάνειο, ακριβώς όπως όταν εμείς πάμε σε μία τράπεζα και μας χορηγούν ένα δάνειο. Ομόλογα μπορούν να εκδόσουν τόσο επιχειρήσεις, όσο και κράτη. Έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κι ας ξεκινήσουμε αναφέροντας τη διάρκεια μέχρι τη λήξη.




Με την έκδοση ενός ομολόγου έστω από το ελληνικό δημόσιο, οι δανειστές-χρηματοδότες(που μπορεί να είναι τράπεζες, ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά ταμεία, άλλα ταμεία) δανείζουν το ισπανικό δημόσιο, που πλέον αποτελεί τον οφειλέτη-δανειζόμενο για μία συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, έστω λοιπόν, ότι το ισπανικό δημόσιο εκδίδει ένα δεκαετές ομόλογο αξίας 1.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει, ότι κάθε επενδυτής, που αγοράζει ένα τέτοιο ομόλογο δανείζει το ελληνικό δημόσιο σήμερα 1.000 ευρώ για δέκα χρόνια και φυσικά με ένα συγκεκριμένο επιτόκιο, έστω 5% που διαμορφώνεται βάσει των δυνάμεων προσφοράς και ζήτησης (αν για παράδειγμα το ομόλογο αυτό θεωρείται πιο επικίνδυνο από πρίν, αλλά και σε σχέση με ομόλογα άλλων χωρών λόγω διαφόρων παραγόντων, θ’ αυξηθεί η απόδοση-επιτόκιο, που θα ζητούν οι επενδυτές-δανειστές για να το αγοράσουν). Έτσι λοιπόν το ομόλογο αυτό θα δίνει κάθε κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο (συνήθως ετησίως) το λεγόμενο κουπόνι, που είναι ο τόκος που δίνει το ομόλογο κι υπολογίζεται από το επιτόκιο επί την ονομαστική αξία του ομολόγου, δηλαδή στη περίπτωσή μας με 1.000*5%=50 ευρώ κουπόνι ετήσιο. Επομένως κάθε χρόνο το ομόλογο θα πληρώνει στον κάτοχο 50 ευρώ για δέκα χρόνια(η διάρκεια μέχρι τη λήξη του ομολόγου), ενώ στο τελευταίο χρόνο, δηλαδή στο δέκατο, αποπληρώνεται η ονομαστική του αξία, δηλαδή τα 1.000 ευρώ. Όλα αυτά φαίνονται και στο πίνακα παρακάτω:

ΕΤΟΣ                                 1   2   3   4  5   6   7   8   9   10
ΧΡΗΜΑΤΟΡΟΕΣ-ΠΛΗΡΩΜΕΣ 50 50 50 50 50 50 50 50 50 1050







Γιατί όμως το ελληνικό δημόσιο εκδίδει ομόλογα; 
Η απάντηση είναι πολύ απλή, επειδή χρειάζεται χρηματοδότηση.

Γιατί λοιπόν χρειάζεται χρηματοδότηση;
Η απάντηση είναι εξ’ ίσου απλή, είτε επειδή θέλει να καλύψει πλεονάζουσες δαπάνες,(μισθούς, συντάξεις, επενδυτικά έργα, νοσοκομειακές και στρατιωτικές δαπάνες κτλπ), που αφορούν την ίδια την εσωτερική του λειτουργία και που δε μπορεί να χρηματοδοτήσει από τα έσοδά του(φόρολογία, έσοδα από μερίσματα κτλπ), είτε επειδή θέλει να χρηματοδοτήσει δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους του, δηλαδή παλαιοτέρων ομολόγων, που έχει εκδώσει.

Ένα απλό παράδειγμα για να γίνει κατανοητός αυτός ο διαχωρισμός, είναι ότι έστω ότι το δημόσιο εκδίδει 5 δις ευρώ νέων ελληνικών ομολόγων, που το 1 δις πηγαίνει στη χρηματοδότηση των πλεοναζόντων δαπανών του για την εσωτερική του λειτουργία (250 εκατομμύρια σε μισθούς, 200 εκατομμύρια σε συντάξεις, 100 εκατομμύρια σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς κτλπ) και τα υπόλοιπα 4 δις σε δαπάνες αναχρηματοδότησης του χρέους της, δηλαδή τα 4 δις κατευθύνονται στην αποπληρωμή ίσως υποχρεώσεων από παλαιότερα ομόλογα, για παράδειγμα πληρώνει 1,5 δις σε τόκους κι εξοφλεί την ονομαστική αξία, δηλαδή τα χρεολύσια από ομόλογα που λήγουν 2,5 δις.

Ποιοι είναι λοιπόν οι αγοραστές αυτών των ομολόγων, δηλαδή οι δανειστές; Σε γενικές γραμμές είναι τράπεζες, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλοι θεσμικοί επενδυτές

0 σχόλιο:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε τη γνώμη σας: