Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Μια ιστορία μέσα απ' το μυαλό μου...



by Odysseas Keiner

Το παρακάτω δεν αποτελεί άρθρο. Είναι μια φανταστική ιστορία και ως τέτοια περιγράφει φανταστικούς χαρακτήρες και καταστάσεις. Σκόπευα να το δημοσιεύσω στις 17 Νοεμβρίου αφιερώνοντας το στην επέτειο του Πολυτεχνείου. Λόγω προβλημάτων στον υπολογιστή μου, το ανεβάζω τώρα έστω και καθυστερημένα.


(Ένας πολιτικάντης γράφει κάτι λίγη ώρα πριν υπογράψει την παραίτηση του. Το σκηνικό είναι το γραφείο του. Η παραίτηση είναι έτοιμη και την έχει αφήσει στα δεξιά του).

«17 Νοεμβρίου. Την ίδια ημερομηνία κάθε χρόνο σας θυμούνται… Έτσι και σήμερα. Όμως-το βλέπετε-όσο περνάν τα χρόνια , τόσο ξεθωριάζει και το απατηλό σας μήνυμα. Σας ξεχνάνε, γιατί η Ιστορία θυμάται μόνο τους μεγάλους. Ήμουν ένας από εσάς. Όλοι τότε, σα νέοι που ήμασταν, τρέξαμε δήθεν να υπερασπιστούμε τις αξίες και ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Τι γελοίες ιδέες! Αλλά τότε ήμασταν νέοι και απερίσκεπτοι , πολύ τολμηροί για να σκεφτούμε με τη λογική. Δεν ξέραμε πως λειτουργεί ο κόσμος. Έτσι γίνεται με όλες τις γενιές. Οι νέοι κατηγορούν τους μεγαλύτερους νομίζοντας πως αυτοί είναι καλύτεροι και θα αλλάξουν τον κόσμο. Κάποια στιγμή έρχεται και η σειρά τους να λάβουν τα ινία του κόσμου, αλλά μέχρι τότε έχουν ωριμάσει, έχουν συνειδητοποιήσει πώς λειτουργούν όλα… Και πάνω που προσπαθούν να υπηρετήσουν την πρόοδο και την τάξη αυτού του κόσμου, έχουν βγει νέα φιντάνια : μια καινούργια νεολαία αλλά με
την ίδια ακριβώς απερισκεψία και το στόμφο των προκατόχων της.


Ναι, ήμουν ένας από ‘σας. Μόνο που εγώ ανήκω σ’ εκείνους που επέζησαν. Μεγάλωσα και μεγαλώνω. Γίνομαι σοφότερος. Εσείς αντίθετα, φίλοι μου, μείνατε πάντα νέοι, εκεί που σταμάτησε να κυλάει για ‘σας η ζωή. Ήσασταν τυχαία εκεί, πολλοί από εσάς πήγατε για πλάκα, πήγατε για την παρέα σ’ εκείνη την τραγική κατάληψη. Και οι ανόητοι ιδεαλιστές σας κάνανε ήρωες! Εσάς, τους νέους και απερίσκεπτους. Πιο πολλή νεανική τόλμη, παρά πολιτική πεποίθηση. Παιδαρέλια, ταραξίες που δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει ζωή.

Αν όμως κι εσείς επιζούσατε, αν ήσασταν κι εσείς σαν εμάς που βγήκαμε ζωντανοί, τότε κανείς δε θα σας τιμούσε ‘ κανείς δε θα σας θυμόταν’ θα ήσασταν σαν εμάς: θα ωριμάζατε κι ίσως καθόμασταν δίπλα δίπλα στα έδρανα. Ή- αν δε θέλατε να ασχοληθείτε με την πολιτική- ίσως ήμασταν γείτονες’ ίσως χτίζατε τη βίλα σας κοντά στη δική μου.

Η χούντα των συνταγματαρχών ήταν βέβαια μια γελοία εξουσία. Ποιος δε θα ήθελε να ρίξει αυτούς τους ανόητους κόκκορες; Η πιο περίτρανη απόδειξη της βλακείας τους ήταν που σας μετέτρεψαν σε μάρτυρες, εσάς, που- αν είναι δυνατόν- οι περισσότεροι δεν είχατε ιδέα από πολιτική, μα ήσασταν όλο μεγάλα λόγια. Ακριβώς σαν τους νέους σήμερα. Ξέρουν μόνο να μιλάνε. Νομίζουν πως είναι διαφορετικοί, ωστόσο, μόλις έρθει η ώρα τους να κυβερνήσουν, θα ωριμάσουν και θα γίνουν σαν εμάς. Οι ιδέες και τα ιδανικά ανήκουν απλά στη φάση της ζωής που λέγεται εφηβεία. Όταν μεγαλώνεις, απλά το ξεπερνάς. Κι έτσι πρέπει. Όμως ο απλός λαός τρέφεται με μεγαλοστομίες, τρέφεται με τους μύθους και γι’ αυτό ακριβώς σας θυμάται : γιατί είστε πλέον ένας ωραίος μύθος για τους ρομαντικούς.

Ανόητα παιδαρέλια, παλιοί μου φίλοι, νιώθω ότι η Ιστορία μού χρωστάει μια θέση πολύ καλύτερη από τη δική σας. Εγώ έζησα. Και αγωνίστικα. Και πάλεψα κι έφτασα μέχρι εδώ. Εσείς απλά πεθάνατε. Σήμερα κατέθεσα στεφάνι σ’ εσάς αναγκασμένος από τη θέση μου, αλλά -σας βεβαιώ- φέτος ήταν η τελευταία φορά. Κάποια στιγμή θα ξεθωριάσετε και θα ξεχαστείτε, όπως ακριβώς και τα παραμύθια, που είναι ανούσια, γιατί το ίδιο ανούσιοι είστε κι εσείς και το ίδιο παραμύθι η ιστορία σας. Τώρα θα υποβάλλω την παραίτησή μου. Η ιστορία θα με δικαιώσει».

Και, αφού έγραψε αυτά, έβαλε φωτιά αμέσως στο χαρτί. Και πάνω που το χαρτί καιγόταν εμφανίστηκαν μες τον καπνό πρόσωπα νεαρά, πρόσωπα άλλοτε γνώριμα και πρόσωπα τελείως άγνωστα. Ήταν τα πρόσωπα των νεκρών. Δεν έλεγαν τίποτα, μόνο κοιτούσαν και το βλέμμα τους τα έλεγε όλα. Και εκείνος έμεινε σα μαγεμένος να κοιτάει αυτό το θαύμα, που τέτοια θαύματα μόνο στα παραμύθια γίνονται. Και μέσα στον καπνό, τα πρόσωπα άρχισαν να παραμερίζουν ώσπου φάνηκε κάποια στιγμή ο Χ. , ο παλιός του συμφοιτητής, που είχε πεθάνει εκείνη τη μοιραία νύχτα πριν από τόσα χρόνια.

-Εσύ! τραύλισε έντρομος ο πολιτικάντης μας. Κι ο νεαρός φοιτητής δε μίλησε , μόνο σήκωσε το χέρι του και έδειξε προς την πόρτα.
-Τι; Τι εννοείς; Ρώτησε ο πολιτικάντης.
Τότε μόνο ο φοιτητής τού είπε:
-Έρχεται!
-Έρχεται ποιος;
Και ο πολιτικάντης μας, απορροφημένος όπως ήταν στις σκέψεις του τόση ώρα, ούτε που είχε καταλάβει τις φωνές του πλήθους που φώναζε απ’ έξω ( εξάλλου τα γραφεία των πολιτικάντιδων έχουν σχετικά καλή ηχομόνωση ), ούτε και αντιλήφθηκε φυσικά τον οργισμένο λαό -αυτό το λαό που εκείνος τον νόμιζε απλοϊκό- που είχε μπει πλέον μέσα στο κτίριο και πλησίαζε ανεξέλεγκτος στο γραφείο του. Και, λίγο πριν χαθεί ο νεαρός φοιτητής μαζί με τα άλλα πρόσωπα που σκοτώθηκαν στο Πολυτεχνείο, απάντησε στον πολιτικάντη:
-Η Ιστορία!


0 σχόλιο:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε τη γνώμη σας: