Βλέπουμε, κοιτάζουμε, αγγίζουμε, γευόμαστε, μυρίζουμε. Ναι, όλοι έχουμε αυτές τις πέντε αισθήσεις. Πόσοι όμως βλέπουν πραγματικά; Κοιτάζουν βαθειά κάνοντας μια κάθετη τομή στα πράγματα γύρω τους; Παρατηρούν τις μικρές κινήσεις του ανθρώπινου χεριού και τις «πληγές» του δρόμου που διαβαίνουν; Πόσοι από εσάς αγγίζουν με τρυφερότητα το κάθε τι, γεύονται με πληρότητα και μυρίζουν με τα πνευμόνια τους σαν ανοιχτά παράθυρα, έτοιμα να «αγκαλιάσουν» τις οσμές του κόσμου;
Η Μόλλυ Σουήνυ τα κατάφερε! Έζησε στο «σκοτάδι» αλλά παράλληλα στο φως των πραγμάτων. Γεύτηκε τη ζωή, είδε την ομορφιά της, άγγιξε τα υπέροχα λουλούδια που της προσέφερε ο πατέρας της, μύρισε το μεγαλείο τους!
Το έργο του Μπράιαν Φρίελ «Μόλλυ Σουήνυ», το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αριστουργηματικό, μας παρουσιάζει για τον φετινό χειμώνα η ΄Β Σκηνή του Θεάτρου Άνεσις σε μετάφραση Ερρίκου Μπελιέ και σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη.
Οι ήρωες απομονωμένοι ο ένας από τον άλλον διηγούνται τα πάθη τους, τις ανησυχίες τους, τη δική τους ιστορία. Ο Κοραής Δαμάτης καταφέρνει με αριστοτεχνικό τρόπο να «εγκλωβίσει» τα πρόσωπα του έργου στο δικό τους κόσμο και παράλληλα να δημιουργήσει ισχυρούς συνδέσμους μεταξύ τους, δίνοντας την εντύπωση στον θεατή ότι οι ήρωες επικοινωνούν με έναν «μυστικό» τρόπο παρόλο που δεν κοιτάζουν και δεν αγγίζουν ο ένας τον άλλον.
Η ερμηνεία των ηθοποιών και ο «σύγχρονος Τσέχωφ»
Η Ευδοκία Ρουμελιώτη με την ευγενική φυσιογνωμία της εισχωρεί στις αρτηρίες της Μόλλυ Σουήνυ και την πλημμυρίζει με αγνότητα, ένταση και πάθος. Ο Γιώργος Πυρπασόπουλος που υποδύεται τον σύντροφο της Μόλλυ Φρανκ, ερμηνεύει με άρτιο τρόπο έναν ρόλο τραγικό και κωμικό παράλληλα, ενώ ο Δημήτρης Καραμπέτσης, ο γιατρός της Μόλλυ, δίνει πνοή σε ένα πρόσωπο που έχει τον πλέον καταλυτικό ρόλο στη ζωή της ηρωίδας.
Ορμώμενος από μια πειραματική μελέτη του νευρολόγου Όλιβερ Σακς, ο Μπράιαν Φρίελ, που χαρακτηρίστηκε από τον Τζέημς Φάλτον ως «ένας σύγχρονος Τσέχωφ», «έχτισε» μια ιστορία πέρα για πέρα αληθινή, με γνήσιο χιούμορ και καθαρό δραματικό περιεχόμενο.Οι συνήθεις μελοδραματισμοί εξοστρακίζονται καθώς η ιστορία της Μόλλυ Σουήνυ έρχεται να «χτυπήσει» με σφοδρότητα τον φτιαχτό κόσμο των αισθήσεων και να ανοίξει τα μάτια σε όλους εμάς που βλέπουμε και δεν βλέπουμε.
Η υπόθεση του έργου
Η τυφλή Μόλλυ με παρόρμηση του συντρόφου της, Φρανκ και τη βοήθεια του φιλόδοξου γιατρού Ράις έρχεται από το σκοτάδι στο φως ή μήπως το αντίστροφο; Από το φως στο σκοτάδι; Μετά την επέμβαση στα μάτια της τρομάζει, καθώς αντικρίζει βίαια το αποκρουστικό πρόσωπο του κόσμου μας. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινάει το ταξίδι προς την επιστροφή, επιλέγει δηλαδή να κλειστεί και πάλι στο σκοτάδι, μέσα στο οποίο επί 35 χρόνια είχε ζήσει. Ο κόσμος του Φρανκ και του Ράις κινούνται παράλληλα με τον κόσμο της Μόλλυ. Οι δυο άντρες περιγράφουν τη διαδρομή προς τη συνειδητοποίηση ότι αυτό που πίστευαν ως καλό θα αποδειχτεί καταστροφικό για τη Μόλλυ.
Εξαιρετική είναι η σκηνή στην οποία ο Φρανκ εξομολογείται την προσπάθειά του να σώσει κάποιους ασβούς απομακρύνοντάς τους από τη φωλιά τους, αλλά μένει άναυδος όταν βλέπει ότι εκείνοι δεν θέλουν να σωθούν και επιστρέφουν πάλι στο γνώριμο έδαφός τους, μια σκηνή που παραλληλίζεται με την τυφλή Μόλλυ, την οποία προσπαθούν απεγνωσμένα να «σώσουν» από το σκοτάδι ο Φρανκ και ο γιατρός Ράις. Ωστόσο, παρόλο που θα τα καταφέρουν, εκείνη θα επιλέξει να γυρίσει στη «φωλιά» της, στον σκοτεινό και ταυτόχρονα… φωτεινό κόσμο της.
Οι λοιποί συντελεστές
Τα σκηνικά και κοστούμια του Απόστολου Βέττα έρχονται να «αγκαλιάσουν» το σώμα του έργου. Στη σκηνή υπάρχει ένα μεγάλο διάφανο παραβάν, από το οποίο διακρίνει ο θεατής κάποια έπιπλα καλυμμένα με λευκά σεντόνια. Μπροστά από το παραβάν βρίσκονται τρία δάπεδα σε σχήμα ορθογωνίου παραλληλογράμμου στα οποία στέκονται οι τρεις ηθοποιοί. Αυτός είναι ο χώρος στον οποίο δρουν, πάσχουν, κινούνται. Οι φωτισμοί του Νίκου Καβουκίδη εστιάζουν το βλέμμα του θεατή στο κάθε πρόσωπο ξεχωριστά την ώρα που αφηγείται την ιστορία του παράλληλα με την ιστορία του άλλου. Η δε μουσική επένδυση «χαϊδεύει» την ευαίσθητη Μόλλυ και παίζει με τις χορδές της ψυχής του θεατή.
Η Μόλλυ τελικά καταφέρνει αυτό που πάντα ήθελε «να πάρει μια ανάσα από τον κόσμο μας» και να γυρίσει πάλι στον σκοτεινό, παράλληλο, «μεγαλειώδη» κόσμο της ψυχής της, γυρνώντας την πλάτη της στον δικό μας βίαιο, άψυχο, «τυφλό» κόσμο.
0 σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε τη γνώμη σας: